«Ξεθάβουν» σκηνές από το 1960 και το ‘62
Εικόνες με ιστορία
Δυο ασπρόμαυρες σκηνές στο χωριό Παντάνασσα Αμαρίου, «ξεθάβουν» μνήμες που καθόρισαν ζωές. Τότε, επιστρατεύεται η θύμηση που «ξεπετάγεται», όπως συνέβη με την Τασούλα Σπυριδάκη-Ιερωνυμάκη, που ήλθε για λίγο στο σχολειό της ως μαθήτρια και στους γονείς της, το Μανώλη και την Ευαγγελία, που δούλευαν στην πιάτσα το καφενείο τους, και στο πανηγύρι τα «αθάνατα χρόνια» του αγίου Ιωάννου του Ριγολόγου στα τέλη Αυγούστου.
Θα γυρίσει τον χρονοδιακόπτη και θα σταθεί στη φωτογραφία με τα τριάντα πέντε παιδιά της Παντάνασσας, στο δημοτικό σχολείο του χωριού της και με δάσκαλο τον Δημήτρη Ιερωνυμάκη από τις Βολιώνες το 1962. Κι αν ήταν φτωχά τότε! Όμως άλλες εποχές τότε, που οι μικρές ζωές «πλάθονταν με τη φωτιά και το ατσάλι για να επιβιώσουν και να αντέξουν».
Και η Τασούλα, ο Μιλτιάδης και η Μαρία για να τα φέρει βόλτα ο Μιλτιαδομανώλης, επιστρατεύονταν για να κόψουν τα δέντρα στα χωράφια και τα ξύλα να τα μεταφέρει ο πατέρας του στο Ρέθυμνο και να τα πουλήσει στους ξυλόφουρνους. «Πολλή φτώχεια και σκληρή δουλειά», θυμάται. «Κόβαμε με το πριόνι τα δέντρα των χωριανών, τα μεταφέραμε στο χωριό με τα γαϊδουράκια και μετά τα φόρτωναν στο φορτηγό τους ο Μιχάλης και ο Γιάννης Προκοπάκης και τα πήγαιναν στο Ρέθυμνο για τους φούρνους…».
Ο Μανώλης Σπυριδάκης στην πόλη είχε πλέον άλλη δουλειά: «Με ένα καροτσάκι γυρνούσε τα φουρνάρικα και τα πουλούσε, και με όσα έπαιρνε αγόραζε για το μαγαζί μας και για το σπίτι μας. Τα θυμούνται αυτά πολλοί χωριανοί και συγχωρούνε του Μιλτιαδομανώλη. Δεν ξεχνιέται!»
Η συγκίνηση για την Τασούλα ξεχειλίζει, παρατηρώντας την άλλη εικόνα, που εμφανίζονται κατάκοποι οι γονείς της στο πανηγύρι του άη Γιαννιού στις 29 Αυγούστου, το 1960. Στο καφεμπακάλικό τους γίνονταν τα γλέντια κάθε χρόνο, με καλλιτέχνες τον Γιάννη Μαρκογιαννάκη, το Σκορδαλό, το Μουντάκη, τον Κλάδο, τον Σηφογιωργάκη, τον Ροδάμανθο Ανδρουλάκη και μια πλειάδα άλλων καλλιτεχνών. Ήταν το ξακουστό πανηγύρι για την ευρύτερη περιοχή και συγκέντρωνε μεγάλο αριθμό γλεντζέδων. Τώρα;
Τα χρόνια δύσκολα όμως προκαλούν νοσταλγία στους σημερινούς καιρούς, που παρατηρείται ευτελισμός αξιών και ανυπαρξία οραμάτων.