Χρωμοναστήρι, το χωριό με τα ενετικά χαρακτηριστικά
350 άνθρωποι ανάμεσα σε ερειπωμένα κτίσματα
Ένα από τα πολλά στενά του χωριού. Στα σπίτια οι καμαρωτές πόρτες και πλήθος ενετικών στοιχείων.
Και αν η βίλα Κλόντιο στο Χρωμοναστήρι αναστηλώθηκε με δαπάνες του Γενικού Επιτελείου Στρατού για να στεγάσει το Στρατιωτικό Μουσείο Αγώνων, σε ολόκληρο τον όμορφο οικισμό στους πρόποδες του βουνού «Βρύσινα», είναι διάσπαρτα αναγεννησιακά κτίσματα με αρχιτεκτονικές ενετικής επιρροής, μεγάλο μέρος των οποίων τα έθαψε ο χρόνος και η έλλειψη σεβασμού στην ιστορική μνήμη.
Σήμερα, ο οικισμός των 350 ανθρώπων αριθμεί ένα αξιοσημείωτο αριθμό ερειπωμένων, στην πλειοψηφία τους, βενετσιάνικων οικιστικών εξοχικών εγκαταστάσεων, αγροκτηνοτροφικού χαρακτήρα και τυπολογία το αρχοντικό κύριο κτίσμα, καταλύματα εργατών, αποθήκες και στάβλους. Οι βοηθητικοί και δευτερεύοντες χώροι ήταν οργανωμένοι, συνήθως, γύρω από μια αυλή με κεντρική πύλη εισόδου, ενώ οι χώροι της κύριας κατοικίας είχαν δεύτερη αυλόπορτα.
Υπάρχουν, ωστόσο, και κτίσματα που έχουν αναπαλαιωθεί και διατηρούν τον ενετικό τους χαρακτήρα. Όπως και νεότερα κτίσματα που αναπαλαιώθηκαν και στεγάζουν σήμερα λειτουργίες που ήταν άστεγες. Το οίκημα, για παράδειγμα, στο οποίο κάποτε στεγάζονταν το δημοτικό σχολείο Χρωμοναστηρίου, αναγέρθηκε με δαπάνες του ιερομονάχου Μελετίου Γιανναδάκη το 1931, ενώ αφού αναπαλαιώθηκε και άλλο οίκημα μέσα στο χωριό διατέθηκε για τις ανάγκες ιατρικών εξετάσεων και συνταγογράφησης κατοίκων του χωριού κατά τις επισκέψεις του γιατρού.
Στο εξαιρετικό βιβλίο του κ. Γιάννη Μ. Γρυντάκη «Τζώρτζης Πάντιμος, ένας διαφορετικός νοτάριος, πρωτόκολλο 1613-1642», που εξέδωσε η Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία Ρεθύμνου, περιλαμβάνεται και κατάστιχο που συντάχτηκε στο Χρωμοναστήρι στις 14/11/1630. Πρόκειται για πληρεξούσιο του Τζουάννε Κιότζα που είναι μεταξύ των 300 πρωτοκόλλων νοταρίων από όλη την Κρήτη και διασώζονται στα Κρατικά Αρχεία της Βενετίας, στη σειρά Νοτάριοι του Βασιλείου της Κρήτης.
Στο πληρεξούσιο του Τζουάννε Κιότζα στις 14 Νοεμβρίου 1630, αναφέρονται τα εξής: «Στις 14 Νοεμβρίου 1630, ινδικτιόνα 3η, στο Ρέθυμνο, πόλη της νήσου Κρήτης, στο χωριό Χρωμοναστήρι, στο σπίτι που κατοικεί ο παρακάτω πολύ εκλαμπρότατος Γιώργης Κιότζας π. πολύ εκλαμπρότατου Πιέρου.
Εκεί, ο προαναφερθείς Γιώργης, με την ισχύ του παρόντος δημοσίου συμβολαίου πληρεξουσιότητας, ορίζει και εκλέγει για νόμιμο πληρεξούσιό του τον πολύ εκλαμπρότατο και εξοχότατο Τζουάννε Κιότζα, διδάκτορα, π. εξοχότατου Τζώρτζη, διδάκτορα, που είναι απών αλλά λογίζεται ότι είναι παρών και δέχεται. Σ’ αυτόν δίνει την εξουσία να μπορεί εξ ονόματός του να εκλέξει και κάποιο άλλο πληρεξούσιο, για να παρουσιαστεί στη δίκη που έχει μαζί με τους άλλους συνεργάτες του με τον ενδοξότατο Φραγκίσκο Μπαρότση π. εκλαμπρότατου Ανδρέα, στο Συμβούλιο των 40 στη Βενετία. Υπόσχεται ότι θα δεχθεί κάθε απόφαση και ενέργεια του πληρεξουσίου εξοχότατου Τζουάννε ή όποιου άλλου ήθελε αυτός ορίσει για την προάσπιση των συμφερόντων του ως νόμιμη και αμετάκλητη. Για τον σκοπό αυτό υποθηκεύει την περιουσία του.
Μάρτυρες: Τζουάννε Συλιγάρδος Τζώρτζη, Μιχέλ Κουνούπης Τζουάννε και δύο από το Ρέθυμνο».
ΣΕ ΑΛΛΟ ΚΑΤΑΣΤΙΧΟ
Σε άλλο κατάστιχο για «Διαρκή ενοικίαση» του Γιώργη Κούμουλου, που συντάχτηκε στο Ρέθυμνο στις 9/8/1639, αναφέρονται: «Στις 9 Αυγούστου 1639, στο Ρέθυμνο, πόλη του βασιλείου της Κρήτης, στο σπίτι που κατοικεί ο εκλαμπρότατος Μαρκαντώνιος Κιότζας π. εκλαμπρότατου Τζουάννε.
Εκεί, ο Γιώργης Κούμουλος π. Μιχελίν από το χωριό Χρωμοναστήρι με την ισχύ του παρόντος δημοσίου συμβολαίου, δηλώνει ότι πήρε από τον Μαρκαντώνιο 500 υπέρπυρα, που του καταβλήθηκαν μπροστά στους μάρτυρες, με 10 χρυσά τσεκίνια και τα υπόλοιπα με τόσα κουατρίνια. ΄Εναντι των χρημάτων αυτών, ο Κούμουλος όπως και οι κληρονόμοι και οι διάδοχοί του, οφείλουν να πληρώνουν στον Μαρκαντώνιο και τους κληρονόμους του ετήσιο ενοίκιο 2 Ι/2 μουζούρια στάρι για πάντα. Το πρώτο ενοίκιο αρχίζει τον προεσεχή Αύγουστο. Για εξασφάλιση της καταβολής του ενοικίου υποθηκεύονται όλες οι περιουσίες του Κούμουλου, τωρινές και μελλοντικές.
Μάρτυρες: μάστρο Δομίνικος Ξένος Κατζαντρέας, π. μάστρο Αντρέα, τσαγκάρη, μάστρο Νικολό Βενιέρης π. Αλέξη, ράφτης, από αυτή την πόλη».