Ελληνική ομάδα ποδοσφαίρου ... στη Μόσχα!
Μήνυμα αισιοδοξίας από τους «Έλληνες» της Μόσχας
Η μεγάλη του αγάπη για τον αθλητισμό, και ιδιαίτερα για το ποδόσφαιρο, αλλά και η λαχτάρα του «να ακούγεται το όνομα το ελληνικό», οδήγησαν τον Βασίλη Παπαδόπουλο να ιδρύσει στη Μόσχα, το 1976, την ομάδα Ελλήνων βετεράνων ποδοσφαίρου «Έλληνες»- «F.C.POPAΝDOPULO».
Με καταγωγή από το Σοχούμι της Αμπχαζίας, πήγε το 1960 στη Μόσχα για σπουδές κι έμεινε. Παντρεύτηκε, έκανε οικογένεια κι έγινε γενικός διευθυντής της κολοσσιαίας εταιρείας ξυλείας Μοσ-Λες, με ετήσια παραγωγή 14 εκατομμύρια κυβικά. Ακόμα και σήμερα, στα 73 του χρόνια, συνεχίζει να διοικεί την επιχείρηση, που έχει ιδιωτικοποιηθεί.
Αναπόσπαστο μέρος της ζωής του είναι το ποδόσφαιρο. Τέσσερις φορές την εβδομάδα, όπως δήλωσε στο ΑΜΠΕ, δεν παραλείπει να παίξει, ακόμα και με φίλους, όπως ο πρώην δήμαρχος Μόσχας Γιούρι Λουσκόφ, με τον οποίο συνδέεται στενά εδώ και 23 χρόνια.
Τα τελευταία οκτώ χρόνια, οι «Έλληνες» έρχονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα για φιλικά παιχνίδια με αντίστοιχες ποδοσφαιρικές ομάδες. Τις μέρες αυτές είναι και πάλι στη Θεσσαλονίκη, όπου σε συνεργασία με το Κέντρο Μελέτης και Ανάπτυξης του Ελληνικού Πολιτισμού της Μαύρης Θάλασσας, κανόνισαν δύο φιλικά παιχνίδια: με την ποδοσφαιρική ομάδα του εργαζομένων του Δήμου Κορδελιού-Ευόσμου, με την οποία έχουν αναπτύξει δεσμούς και κάνουν ανταλλαγές και με τη μεικτή ομάδα Βετεράνων Χαλκιδικής, στα Νέα Μουδανιά.
«Για εμένα και τα μέλη της ποδοσφαιρικής μου λέσχης ‘Έλληνες’, είναι ευτυχία να βρισκόμαστε στην πατρίδα, την Ελλάδα» ανέφερε ο Βασίλης Παπαδόπουλος, επισημαίνοντας ότι στη Μόσχα τον ξέρουν ως «τρανό Έλληνα».
«Η χαρά μου είναι απερίγραπτη να έρχομαι κάθε χρόνο εδώ. Είναι σαν να αναβαπτίζομαι. Όταν μιλώ για την Ελλάδα, η καρδιά μου ανοίγει σαν τριαντάφυλλο. Πάντα ήμουν υπερήφανος για την ελληνική μου καταγωγή. Γι’ αυτό και κάθε χρόνο φέρνω την οικογένειά μου για διακοπές στη Χαλκιδική, για να έχουν τα παιδιά μου επαφή με την Ελλάδα. Αυτό που επιθυμώ, και προσπαθώ να συμβάλλω, είναι η ανάπτυξη στενών φιλικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας» πρόσθεσε.
Στην Ελλάδα, οι «Έλληνες» του Παπαδόπουλου έχουν παίξει, στο παρελθόν, εκτός από τη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα και στο Βόλο, ενώ ταξιδεύουν και στην Κύπρο. Όλα τα έξοδα των αγώνων, στην Ελλάδα και τη Μόσχα, τα καλύπτει ο Βασίλης Παπαδόπουλος, τον οποίο περιπαικτικά οι φίλοι του τον αποκαλούν Μπερλουσκόνι, λόγω της ομοιότητάς του με τον Ιταλό κροίσο.
«Στους αγώνες που δίνουμε δεν έχει σημασία πόσα γκολ θα βάλει η κάθε ομάδα. Σημασία έχει να διατηρούμε το αθλητικό πνεύμα και να κάνουμε καλούς φίλους» υπογράμμισε ο Βασίλης Παπαδόπουλος.
Ο αθλητισμός είναι «η αρμονία, η δύναμη, η ψυχή του ανθρώπου»
«Ψυχή» της ομάδας είναι ένας άλλος Έλληνας του Πόντου, ο ακμαιότατος προπονητής της Ιγκόρ Αντωνιάδης. Τον πατέρα του, Χαράλαμπο Αντωνιάδη, τον έχασε όταν ακόμα ήταν βρέφος, με τις διώξεις του Σταλινικού καθεστώτος.
«Ο πατέρας ήταν από το Κριμσκ του Κρασνοντάρ, τον οποίο δεν θυμάμαι καλά καλά. Χάσαμε τα ίχνη του το 1937, ενώ την επόμενη χρονιά μας πληροφόρησαν ότι είχε σκοτωθεί» θυμάται, με δάκρυα στα μάτια, ο Ιγκόρ Αντωνιάδης.
«Κράτησα το ελληνικό μας όνομα, για το οποίο είμαι υπερήφανος, παρότι η μητέρα μου, Άννα Φιόντοροβνα, φοβόταν» μας είπε.
Ο αθλητισμός για τον Ιγκόρ Αντωνιάδη είναι «η αρμονία, η δύναμη, η ψυχή του ανθρώπου» και αυτό τον καθοδηγούσε σε όλη του τη ζωή. Στα νεανικά του χρόνια διακρίθηκε στο ποδόσφαιρο και στο χόκεϊ στον πάγο, ενώ επί σειρά πολλών ετών υπήρξε προπονητής της ποδοσφαιρικής ομάδας «Ρος Άτομ», της παντοδύναμης Ντινάμο.
Από τα χέρια τους πέρασαν πολλές εκατοντάδες αθλητές, ελληνικής και μη καταγωγής, μέσα από τους «Έλληνες», που σήμερα μετρούν περίπου 25 άτομα στη λέσχη τους. Είναι ποδοσφαιριστές που έχουν παίξει σε διαφορές Μοσχοβίτικες ομάδας, όπως οι Τορπέντο, Σπαρτάκ, Λοκομοτίβ κ.ά.
Ο Ιγκόρ Αντωνιάδης υπήρξε και δραστήριο μέλος της ελληνικής κοινότητας της Μόσχας, έχοντας αναλάβει στο παρελθόν υπεύθυνος του τμήματος αθλητισμού.
«Στη Μόσχα, οι Έλληνες συναντιόμαστε στην Ελληνική Λέσχη, διοργανώνουμε ελληνικές βραδιές, όπου καλούμε και τους Ρώσους φίλους μας. Γενικά, προσπαθούμε να συσφίγγουμε τις σχέσεις μεταξύ μας» ανέφερε στο ΑΜΠΕ ο κ. Αντωνιάδης, ο οποίος είναι και μέλος του ΔΣ του Συνδέσμου Φιλίας Ρωσίας, Ελλάδας και Κύπρου.
Ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη του πατέρα του και τους Έλληνες που χάθηκαν επί Στάλιν, είναι το βιβλίο-λεύκωμα, με τίτλο «Ολυμπιονίκες, απόγονοι της Ελλάδας», που έγραψε για τους ελληνικής καταγωγής αθλητές, προπονητές και παράγοντες του αθλητισμού της Ρωσίας- από τις αρχές του περασμένου αιώνα- οι οποίοι διακρίθηκαν σε πανρωσικούς και διεθνείς αγώνες, ενώ κάποιοι ευτύχησαν να στεφθούν και Ολυμπιονίκες.
«Ενδεχομένως υπάρχουν και πολλοί άλλοι που δεν έχουν συμπεριληφθεί στο βιβλίο, ελπίζω όμως ότι με το χρόνο θα μού δοθεί η ευκαιρία να συγκεντρώσω περισσότερα στοιχεία για μία δεύτερη έκδοση» αισιοδοξεί ο Ιγκόρ Αντωνιάδης.
«Πολύ φιλόξενη η πατρίδα σας»
Τους «Έλληνες» της Μόσχας ακολούθησε στη Θεσσαλονίκη και ο Βλαντίμιρ Μπούτσενκοφ, ο οποίος εδώ και 14 χρόνια διοικεί τον αθλητικό όμιλο «Ρος Άτομ», της Ντιναμό.
Ο ίδιος δηλώνει φίλος της Ελλάδας, την οποία γνώρισε πριν από περίπου οκτώ χρόνια, όταν έλαβε μέρος με την ομάδα του στις αθλητικές διοργανώσεις για παιδιά του Κέντρου Μαύρης Θάλασσας. Έκτοτε, επισκέπτεται σχεδόν κάθε χρόνο την Ελλάδα, την οποία μας διαβεβαιώνει ότι έχει σε ξεχωριστή θέση στην καρδιά του.
«Είναι πάντα χαρά μου να βρίσκομαι στην πολύ φιλόξενη πατρίδα σας και ειδικότερα στη Θεσσαλονίκη. Αυτό που θέλω να πω είναι να μην ξεχνάμε ότι ο αθλητισμός είναι αυτός που ενώνει τους ανθρώπους, μέσα από στενές επαφές και διοργανώσεις που οδηγούν στην ανάπτυξη φιλικών σχέσεων, εις βάθος χρόνου, με πολλαπλές προεκτάσεις. Γι’ αυτό και θέλω να δω να αναπτύσσεται ολοένα και περισσότερο η φιλία μεταξύ της Ελλάδας και της Ρωσίας» υπογράμμισε.
Σε ερώτηση για το κατά πόσο διατηρείται η μεγάλη παράδοση στον μαζικό αθλητισμό που είχε η πρώην ΕΣΣΔ, για παιδιά, γυναίκες, εργαζόμενους, σε σχεδόν καθημερινή βάση, ο Βλάντίμιρ Μπούτσενκοφ θα μας πει, ότι δυστυχώς «σβήνει».
«Σήμερα, δεν διοργανώνονται πια μεγάλες μαζικές αθλητικές διοργανώσεις, όπως παλιά. Η ‘Ρος Άτομ’, για παράδειγμα, ένας από τους πολύ μεγάλους αθλητικούς ομίλους, υπάρχει περισσότερο από 60 χρόνια. Βασικό σκοπό είχε τη διατήρηση της φυσικής κατάστασης όχι μόνο των εργαζομένων στον τομέα της πυρηνικής φυσικής και ενέργειας, αλλά και των οικογενειών τους. Αυτό σήμερα δεν μπορεί να επιτευχθεί σε ικανοποιητικό βαθμό. Δυστυχώς, για όλες τις αθλητικές εγκαταστάσεις, αθλητικά κέντρα, αλλά και παιδικές κατασκηνώσεις, που διέθετε η κάθε μεγάλη επιχείρηση και εργοστάσιο, σήμερα δεν υπάρχουν πόροι για τη συντήρησή τους και έτσι περνούν στα χέρια ιδιωτών ή σε δήμους» κατέληξε.